Test1: Difference between revisions

From Archiopedia
Jump to navigation Jump to search
Content added Content deleted
No edit summary
No edit summary
Line 1: Line 1:


==Πρόλογος==
==Πρόλογος==
Σέ μία πραγματικότητα κοινωνικῶν ανταγωνισμῶν, οἱ συγκρούσεις ἀνάμεσα στά ἐπί μέρους συμφέροντα μεταφράζονται σέ νομικές συγκρούσεις. Ἀρκετές θεωρίες ἔχουν προταθεῖ γιά τήν ἀποτελεσματικότερη ἐπίλυση τῶν διαφορῶν, μέ πιό ἰδιάζουσα ἐκείνη τῆς θεσμικῆς εφαρμογῆς. Στήν πορεία της εργασίας θά ἐξεταστοῦν οἱ θεμελιώδεις παραδοχές τῆς θεωρίας τῆς θεσμικῆς εφαρμογῆς καί θά γενεαλογηθεῖ ἡ ἀρχή τῆς ἀναλογικότητας, ὥστε νά ἐξαχθοῦν τά κατάλληλα συμπεράσματα καί νά διαγνωστοῦν οἱ περαιτέρω θεωρητικές καί πρακτικές δυνατότητες, στά ὅρια συχνά μεταξύ Συνταγματικοῦ Δικαίου καί Φιλοσοφίας τοῦ Δικαίου.

Ἄς ξεκινήσουμε μέ τόν δογματικό ὁρισμό. «Σύγκρουση δικαιωμάτων ὑπό νομική ἔννοια εἶναι ἡ ταυτόχρονη ἀναγνώριση καί νόμιμη ἄσκηση τῶν δικαιωμάτων περισσότερων φορέων κατά τρόπο ὥστε ἡ νόμιμη ἄσκηση τοῦ δικαιώματος τοῦ ἑνός νά περιορίζει τήν ἐπίσης νόμιμη ἄσκηση τοῦ δικαιώματος τοῦ ἄλλου»1. Χαρακτηριστικό τῆς νομικῆς σύγκρουσης εἶναι ἡ νόμιμη ἄσκηση τῶν δικαιωμάτων ἀπό τούς συγκρουομένους φορεῖς. Ἡ σύγκρουση δικαιωμάτων προϋποθέτει τήν, κατά τό δυνατόν, πληρέστερη καί πιό λυσιτελῆ ἐνσωμάτωση ἀνταγωνιστικῶν κοινωνικῶν δυνάμεων σέ ὁρισμένο πολιτικό καθεστώς, δηλαδή -σέ περισσότερο νομική ὁρολογία- τήν δικαιϊκή ἀναγνώριση τοῦ δικαιώματος παροχῆς δικαστικῆς προστασίας σέ ἀντιτιθέμενα πρόσωπα (φυσικά ἤ νομικά) ἐντός ὁρισμένης ἔννομης τάξης. Τῆς ὡς ἄνω νομικῆς κατάστασης ἔχει προηγηθεῖ, βεβαίως, ἡ ἀποδοχή τῆς γενικότερης σκόπιμης δράσης ἀτόμων ἤ ὁμάδων ἀπό τό δίκαιο, δηλαδή ἡ ἀναγωγή τῶν σκοπῶν τῶν προσώπων σέ ἔννομα συμφέροντα. Ποιά εἶναι ὅμως τά αἴτια μίας τέτοιας συμπεριφορᾶς τοῦ δικαίου; Μέ ἄλλα λόγια, γιατί τό κράτος, παραγωγός τοῦ δικαίου, προχωρᾶ στήν ὑλοποίηση τακτικῶν ἐνσωμάτωσης;

==Ἱστορικά προλεγόμενα==
==Ἱστορικά προλεγόμενα==
===Γένεση τῶν ἐλευθεριῶν===
===Γένεση τῶν ἐλευθεριῶν===
Ὁ F. Braudel ἔγραφε: «Ἄς ὑποθέσουμε ὅτι μᾶς δίνεται ἡ δυνατότητα νά ἔχουμε μία γενική ἐποπτεία τοῦ συνόλου τῶν γνώσεών μας γιά τήν εὐρωπαϊκή ἱστορία, ἀπό τόν 5ον αἰώνα ὥς τήν σημερινή ἐποχή ἤ, καλύτερα, ὥς τόν 18ο αἰώνα, καί ὅτι μποροῦμε νά ἐγγράψουμε ὅλον αὐτόν τόν ὄγκο τῶν γνώσεων σέ μία ἠλεκτρονική μνήμη (ἄς ποῦμε ὅτι εἶναι δυνατή μιά τέτοια ἐγγραφή), καί ὅτι τέλος ἔχουμε τήν περιέργεια νά ρωτήσουμε τήν πολυτάλαντη αὐτή μνήμη ποιό εἶναι τό πρόβλημα πού ἐμφανίζεται πιό συχνά καί στόν χρόνο ἀλλά καί στόν χῶρο ὅπου διαδραματίζεται ἡ ἀτέλειωτη αὐτή ἱστορία. Ἔ λοιπόν, πρῶτο θά προβάλει, εἶναι βέβαιο, τό πρόβλημα τῆς ἤ καλύτερα τῶν εὐρωπαϊκῶν ἐλευθεριῶν. Ἡ λέξη ἐλευθερία εἶναι ἡ λέξη κλειδί».2

Οἱ μεσαιωνικές ἐλευθερίες (libertates) εἶναι κατ’ οὐσίαν συλλογικά προνόμια, θεσμική ἔκφραση τῶν φυγόκεντρων ἀνταγωνιστικῶν κοινωνικοϊστορικῶν δυνάμεων πού ἀπελευθερώθηκαν μέ τήν πτώση τῆς Δυτικῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας καί, κυρίως, μέ τήν παρακμή τῆς καρολλίγειας ἐπανίδρυσής της. Βασικός φορέας, βεβαίως, τῶν ἐλευθεριῶν εἶναι οἱ μεσαιωνικές πόλεις, πού ἀγωνίζονται διαρκῶς ἐναντίον τῆς συνδυασμένης ἐξουσίας τοῦ Πάπα, τοῦ Γερμανοῦ Αὐτοκράτορα καί τῶν φεουδαρχῶν: Stadtluft macht frei (ὁ ἀέρας τῆς πόλης ἀπελευθερώνει), μᾶς πληροφορεῖ παραστατικά ἡ γνωστή ρήση. Ἀπό τόν 11ο αἰώνα, ὁ φεουδαλισμός διέρχεται δομική κρίση. «Μέχρι τόν 14ο αἰώνα, ἡ δουλοπαροικία ἄρχισε νά ἐξαφανίζεται ἀπό τό μεγαλύτερο τμῆμα τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης. Ὁ ἀναδυόμενος ἐλεύθερος γεωργός καί ὁ μικροϊδιοκτήτης ἔγιναν τό ἀγροτικό ἀντίστοιχο τοῦ ἀρχιμάστορα τῆς πόλης»3. «Ἐάν ἡ Εὐρώπη συνέχιζε στόν δρόμο πού πορευόταν, εἶναι δύσκολο νά πιστέψουμε ὅτι τά πρότυπα τῆς μεσαιωνικῆς φεουδαλικῆς Εὐρώπης μέ τό αὐστηρά ἱεραρχικό σύστημα τῶν "τάξεων" ἦταν δυνατό νά ἀνασυγκροτηθοῦν. Πολύ πιθανότερο νά εἶχε ἐξελιχθεῖ ἡ Εὐρωπαϊκή φεουδαλική κοινωνική δομή πρός ἕνα σύστημα σχετικά ἰσοδύναμων μικρῶν παραγωγῶν, πού θά ἰσοπέδωναν περισσότερο τήν ἀριστοκρατία καί θά ἀποκέντρωναν περισσότερο τίς πολιτικές δομές»4. Τό ἀληθινό περιεχόμενο τῆς νεώτερης ἔννοιας τῆς ἀνθρώπινης προσωπικότητας ἐντοπίζεται ἀκριβῶς σέ τοῦτα τά ἀνεξάρτητα φυσικά πρόσωπα καί τούς θεσμούς τους.

Οἱ ἄρχουσες τάξεις αἰσθάνθηκαν τό ἔδαφος νά ὑποχωρεῖ κάτω ἀπό τά πόδια τους. Ἡ μακροπρόθεσμη στρατηγική τους στηριζόταν στό δόγμα τῆς εὐταξίας. Τά πλούσια ἀστικά στρώματα συνασπίζονται μέ τούς φεουδάρχες-ἐμπόρους καί τούς μεγαλοχωρικούς καί στηρίζουν μία νέα πολιτική δομή, τό νεωτερικό κράτος, πού προέκυψε σταδιακά σέ ἐκεῖνον τόν μακρύ 16ο αἰῶνα καί ἀποτέλεσε θεμελιακή ὀργανωτική μονάδα τῆς καπιταλιστικῆς κοσμοοικονομίας. Πρῶτο ἐγχείρημα τοῦ κράτους εἶναι ὄχι μόνο ἡ καταστολή τῶν ὅλο καί πιό συχνῶν ἀγροτικῶν καί ἀστικῶν ἐξεγέρσεων, καί ἡ διάλυση τῆς ἀστικῆς κομμούνας5. Τό ζήτημα τότε ἦταν νά ἐξασφαλιστεῖ ὁ ἐγωϊστικός ἀνταγωνισμός μεταξύ τῶν ἀνεξάρτητων καπιταλιστῶν πού τότε ἔκαναν τήν ἐμφάνισή τους.

===Ἀκμή καί πτῶση τῆς φιλελεύθερης συναίνεσης===
===Ἀκμή καί πτῶση τῆς φιλελεύθερης συναίνεσης===
Ἡ Γαλλική Ἐπανάσταση -ὁρόσημο τῆς μεταβάσης τοῦ νεωτερικοῦ κοσμοσυστήματος στήν πιό συνειδητοποιημένη φάση του- εἶχε δύο ὄψεις. Ἀφ’ ἑνός, ἦταν μία πολιτική ἐπανάσταση6 πού ἦλθε νά ἐμπεδώσει τήν διάλυση τῆς φεουδαρχικῆς κοινωνίας, καί τόν νομικό διαχωρισμό τῆς πολιτικῆς κοινωνίας τῶν ἀλληλεπικαλυπτόμενων προνομίων στίς ἀφηρημένες κατηγορίες τοῦ πολιτικοῦ κράτος καί τῆς κοινωνίας τῶν ἰδιωτῶν. «[...] μόνο στήν ἐμπορευματική οἰκονομία γεννιέται ἡ ἀφηρημένη νομική μορφή, μ’ ἄλλα λόγια ἡ ἱκανότητα κατοχῆς δικαιωμάτων χωρίζεται ἀπό τίς συγκεκριμένες νομικές ἀξιώσεις. Μόνο ἡ ἀδιάκοπη μεταβίβαση δικαιωμάτων πού πραγματοποιεῖται στήν ἀγορά δημιουργεῖ τήν ἰδέα ἑνός ἀμετάβλητου φορέα δικαιωμάτων»7. «Ἡ προστασία τῆς ἀτομικῆς ἐλευθερίας καί ἰδιοκτησίας ἦταν λοιπόν πρωταρχικό αἴτημα τῶν ἀστῶν. Ἐπρόκειτο οὐσιαστικά γιά τήν ἐλευθερία τῆς ἰδιοκτησίας πού ἀπέληξε στήν ἰδιοκτησία τῆς ἐλευθερίας...»8. Ἡ πολιτική ἐπανάσταση «θεωρεῖ τήν ἀστική κοινωνία, τόν κόσμο τῆς ἀνάγκης, τῆς ἐργασίας, τοῦ ἰδωτικοῦ συμφέροντος καί τοῦ ἀστικοῦ δικαίου ὡς βάση τῆς ὕπαρξής της, ὡς ἀπώτατη προϋπόθεσή της καί συνεπῶς ὡς φυσική της βάση»9. Τό ἐγωϊστικό ἄτομο τοῦ καπιταλιστικοῦ ἀνταγωνισμοῦ εἶναι ὁ ἄνθρωπος τῶν φυσικῶν δικαιωμάτων -τῶν ἀτομικῶν ἐλευθεριῶν- τῆς Διακήρυξης τοῦ 1789.

Ἀφ’ ἑτέρου, ἀπελευθέρωσε μία νέα κοσμοσυστημική δυναμική. Πρίν τό 1789, κυρίαρχη κοσμοθεωρία τῆς νεωτερικότητας ἦταν ἡ κανονικότητα τῆς πολιτικῆς σταθερότητας, ἐνῶ ἡ πολιτική σκέψη περιστρεφόταν, κατά βάσιν, γύρω ἀπό τό σῶμα τοῦ κυρίαρχου Βασιλέως10. Μετά τό 1789, ἡ κοσμοσυστημική γεωκουλτούρα ἀνέκρουσε πρύμναν ἀκριβῶς ὅσον ἀφορᾶ τίς δύο προαναφερθεῖσες κατευθύνσεις. Πρῶτον, ἡ πολιτική ἀλλαγή θεσμίστηκε ὡς φαινόμενο κανονικό, φυσιολογικό, κατ’ ἐπέκτασιν δέ ἐπιθυμητό. Δεύτερον, ἡ ἔννοια τῆς κυριαρχίας ἀναπροσανατολίστηκε ἀπό τόν μονάρχη -ἤ τό νομοθετικό σῶμα- στόν λαό. Ἐπακόλουθο τῆς νέας κατάστασης ἦταν ἡ ἐμφάνιση τῶν ἰδεολογιῶν. «Τό ζήτημα τώρα ἦταν: τί κάνουμε μέ τήν "κανονικότητα" τῆς ἀλλαγῆς στόν πολιτικό στίβο, ἀφοῦ αὐτοί πού ἔχουν ἐξουσία εἶναι πάντοτε ἀπρόθυμοι νά τήν παραχωρήσουν. Οἱ ἀντίπαλες ἀπόψεις γιά τό πῶς θά χειριζόμασταν τήν "κανονικότητα" τῆς ἀλλαγῆς ἐντοπίζονται σ’ αὐτές πού ὀνομάσαμε "ἰδεολογίες" τοῦ νεωτερικοῦ κόσμου»11.

Οἱ δομές τοῦ νεωτερικοῦ κράτους, προσφέρονταν ὡς «μοχλοί πολιτικῆς διευθέτησης». Ἔτσι, «δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι ὁ ἔλεγχος τῆς κρατικῆς ἐξουσίας, ἡ κατάκτηση τῆς κρατικῆς ἐξουσίας, ἄν ἦταν ἀπαραίτητο, ἦταν ὁ κύριος στρατηγικός στόχος ὅλων τῶν πρωταγωνιστῶν τῆς πολιτικῆς σκηνῆς, σέ ὅλη τήν ἱστορική ἐμπειρία τοῦ σύγχρονου καπιταλισμοῦ»12.

Ἕξι δεκαετίες μετά τήν ἔκρηξη τῆς Γαλλικῆς Ἐπανάστασης, τό 1848, μία σειρά κοινωνικῶν καί ἐθνικῶν ἐξεγέρσεων συντάραξαν ἐκ νέου τόν εὐρωπαϊκό χῶρο. Τά κατώτερα κοινωνικά στρώματα δέν ἤθελαν νά ζοῦν, ἐνῶ οἱ ἄρχουσες τάξεις δέν μποροῦσαν νά ζήσουν, ὅπως παλιά13. Στό διάστημα 1848-1914 θεμελιώνεται ἡ λεγόμενη «Φιλελεύθερη Συναίνεση», ἡ κατίσχυση δηλαδή στίς χῶρες τοῦ κοσμοσυστημικοῦ πυρῆνα ἑνός φιλελεύθερου προγράμματος -ὄχι πάντα ἐφαρμοσμένο ἀπό τούς ἐμπνευστές του-, βασιζόμενου σέ «τρεῖς κύριους ἄξονες: τήν βαθμιαία ἐπέκταση τοῦ ἐκλογικοῦ δικαιώματος καί συνάμα -ἕνα ἀναπόσπαστο καί οὐσιαστικό της στοιχεῖο- τήν ἐπέκταση τῆς πρόσβασης στήν ἐκπαίδευση. Δεύτερο, τήν ἐπέκταση τοῦ ρόλου τοῦ κράτους στήν προστασία τῶν πολιτῶν ἀπό ἀτυχήματα στούς χώρους ἐργασίας, τήν ἐπέκταση τῶν ὑπηρεσιῶν ὑγείας καί τῆς πρόσβασης σ’ αὐτές, καί τέλος τόν μετριασμό τῶν διακυμάνσεων τοῦ εἰσοδήματος πού περιλάμβανε ὁ κύκλος τῆς ζωῆς. Τρίτο, τήν σφυρηλάτηση, καί πάλι ἀπό τό κράτος, τοῦ "ἔθνους". Ἄν κοιτάξουμε προσεκτικά, βλέπουμε πώς αὐτά τά τρία στοιχεῖα δέν εἶναι παρά ἕνας τρόπος γιά νά μεταφραστεῖ σέ δημόσια πολιτική τό σύνθημα "ἐλευθερία, ἰσότητα, ἀδελφοσύνη"»14. Ὡστόσο, ἡ διεύρυνση τῶν ὁρίων τοῦ κοσμοσυστήματος ὁδήγησε στήν ἀνάδυση νέων «ἐπικίνδυνων» -καί συνεπῶς ἐξημερωτέων- τάξεων, αὐτήν τήν φορά στίς περιφερειακές καί ἡμιπεριφερειακές κοσμοσυστημικές ζῶνες. Μετά τό πέρας τοῦ Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ἡ οὐϊλσώνεια ἀρχή τῆς αὐτοδιάθεσης τῶν ἐθνῶν καί τῆς ἐθνικῆς ἀνάπτυξης ἦταν τό παγκόσμιο ἀνάλογο τῆς καθολικῆς ψηφοφορίας καί τοῦ κράτους πρόνοιας σέ ἐθνικό ἐπίπεδο.

Πρέπει νά παρατηρηθεῖ ὅτι σέ ὅλη τήν χρονική ἔκταση τῆς Φιλελεύθερης Συναίνεσης, οἱ δύο θεωρητικῶς ἰδεολογικοί ἀντίπαλοι τοῦ φιλελευθερισμοῦ -ὁ σοσιαλισμός καί ὁ συντηρητισμός- εἶχαν μετατραπεῖ κατ’ οὐσίαν σέ προσωπεῖα του.

Στήν ένσωμάτωση τῶν ἀντισυστημικῶν -σοσιαλιστικῶν καί έθνικῶν- κινημάτων στό νεωτερικό κοσμοσύστημα, δηλαδή στήν ἀδυναμία τους νά ἀλλάξουν τόν κόσμο, καί στήν γενικώτερη ὀργή γιά τόν τρόπο λειτουργίας τοῦ κοσμοσυστήματος, ὀφείλεται ἡ παγκόσμια ἐπανάσταση τοῦ 1968, ἡ ὁποία ἐγκαινίασε τήν ἀρχή τοῦ τέλους τῆς Συναίνεσης. Στήν θραύση τῆς Συναίνεσης συνετέλεσε καί ἡ εἴσοδος τῆς οἰκονομίας, στίς ἀρχές τοῦ ’70, σέ μία περίδο στασιμότητας καί σταδιακῆς ὕφεσης. Τά προσωπεῖα ἔπεσαν: ὁ συντηρητισμός ἀποκάλυψε τό πιό σκληρό πρόσωπό του, ἐνῶ ἡ Ἀριστερά, ἀπομακρυνόμενη ἀπό τό σοβιετικό μοντέλο, στράφηκε -γενικῶς καί ἀορίστως- στά νέα κοινωνικά κινήματα. Ὁ νεοφιλελευθερισμός ὑπῆρξε ἡ πολιτική καί οἰκονομική ἀπάντηση τῶν προνομιούχων τοῦ κοσμοσυστήματος: ἡ μείωση τῶν ἀμοιβῶν καί ἡ ἀποδόμηση τοῦ κράτους πρόνοιας (παιδεία, ὑγεία, διά βίου ἐγγυημένο εἰσόδημα) ἐπέφερε πράγματι μία μικρή ἀνάσχεση τῆς συμπίεσης τῶν κεφαλαιοκρατικῶν κερδῶν, ὄχι ὅμως ἱκανή νά ἀποτρέψει τήν παγκόσμια κρίση πού ξέσπασε τελικῶς τό 2008.

===Ἡ θέση τῆς Ἑλλάδας===
===Ἡ θέση τῆς Ἑλλάδας===
===Συμπεράσματα===
===Συμπεράσματα===

Revision as of 20:59, 23 July 2023

Πρόλογος

Σέ μία πραγματικότητα κοινωνικῶν ανταγωνισμῶν, οἱ συγκρούσεις ἀνάμεσα στά ἐπί μέρους συμφέροντα μεταφράζονται σέ νομικές συγκρούσεις. Ἀρκετές θεωρίες ἔχουν προταθεῖ γιά τήν ἀποτελεσματικότερη ἐπίλυση τῶν διαφορῶν, μέ πιό ἰδιάζουσα ἐκείνη τῆς θεσμικῆς εφαρμογῆς. Στήν πορεία της εργασίας θά ἐξεταστοῦν οἱ θεμελιώδεις παραδοχές τῆς θεωρίας τῆς θεσμικῆς εφαρμογῆς καί θά γενεαλογηθεῖ ἡ ἀρχή τῆς ἀναλογικότητας, ὥστε νά ἐξαχθοῦν τά κατάλληλα συμπεράσματα καί νά διαγνωστοῦν οἱ περαιτέρω θεωρητικές καί πρακτικές δυνατότητες, στά ὅρια συχνά μεταξύ Συνταγματικοῦ Δικαίου καί Φιλοσοφίας τοῦ Δικαίου.

Ἄς ξεκινήσουμε μέ τόν δογματικό ὁρισμό. «Σύγκρουση δικαιωμάτων ὑπό νομική ἔννοια εἶναι ἡ ταυτόχρονη ἀναγνώριση καί νόμιμη ἄσκηση τῶν δικαιωμάτων περισσότερων φορέων κατά τρόπο ὥστε ἡ νόμιμη ἄσκηση τοῦ δικαιώματος τοῦ ἑνός νά περιορίζει τήν ἐπίσης νόμιμη ἄσκηση τοῦ δικαιώματος τοῦ ἄλλου»1. Χαρακτηριστικό τῆς νομικῆς σύγκρουσης εἶναι ἡ νόμιμη ἄσκηση τῶν δικαιωμάτων ἀπό τούς συγκρουομένους φορεῖς. Ἡ σύγκρουση δικαιωμάτων προϋποθέτει τήν, κατά τό δυνατόν, πληρέστερη καί πιό λυσιτελῆ ἐνσωμάτωση ἀνταγωνιστικῶν κοινωνικῶν δυνάμεων σέ ὁρισμένο πολιτικό καθεστώς, δηλαδή -σέ περισσότερο νομική ὁρολογία- τήν δικαιϊκή ἀναγνώριση τοῦ δικαιώματος παροχῆς δικαστικῆς προστασίας σέ ἀντιτιθέμενα πρόσωπα (φυσικά ἤ νομικά) ἐντός ὁρισμένης ἔννομης τάξης. Τῆς ὡς ἄνω νομικῆς κατάστασης ἔχει προηγηθεῖ, βεβαίως, ἡ ἀποδοχή τῆς γενικότερης σκόπιμης δράσης ἀτόμων ἤ ὁμάδων ἀπό τό δίκαιο, δηλαδή ἡ ἀναγωγή τῶν σκοπῶν τῶν προσώπων σέ ἔννομα συμφέροντα. Ποιά εἶναι ὅμως τά αἴτια μίας τέτοιας συμπεριφορᾶς τοῦ δικαίου; Μέ ἄλλα λόγια, γιατί τό κράτος, παραγωγός τοῦ δικαίου, προχωρᾶ στήν ὑλοποίηση τακτικῶν ἐνσωμάτωσης;

Ἱστορικά προλεγόμενα

Γένεση τῶν ἐλευθεριῶν

Ὁ F. Braudel ἔγραφε: «Ἄς ὑποθέσουμε ὅτι μᾶς δίνεται ἡ δυνατότητα νά ἔχουμε μία γενική ἐποπτεία τοῦ συνόλου τῶν γνώσεών μας γιά τήν εὐρωπαϊκή ἱστορία, ἀπό τόν 5ον αἰώνα ὥς τήν σημερινή ἐποχή ἤ, καλύτερα, ὥς τόν 18ο αἰώνα, καί ὅτι μποροῦμε νά ἐγγράψουμε ὅλον αὐτόν τόν ὄγκο τῶν γνώσεων σέ μία ἠλεκτρονική μνήμη (ἄς ποῦμε ὅτι εἶναι δυνατή μιά τέτοια ἐγγραφή), καί ὅτι τέλος ἔχουμε τήν περιέργεια νά ρωτήσουμε τήν πολυτάλαντη αὐτή μνήμη ποιό εἶναι τό πρόβλημα πού ἐμφανίζεται πιό συχνά καί στόν χρόνο ἀλλά καί στόν χῶρο ὅπου διαδραματίζεται ἡ ἀτέλειωτη αὐτή ἱστορία. Ἔ λοιπόν, πρῶτο θά προβάλει, εἶναι βέβαιο, τό πρόβλημα τῆς ἤ καλύτερα τῶν εὐρωπαϊκῶν ἐλευθεριῶν. Ἡ λέξη ἐλευθερία εἶναι ἡ λέξη κλειδί».2

Οἱ μεσαιωνικές ἐλευθερίες (libertates) εἶναι κατ’ οὐσίαν συλλογικά προνόμια, θεσμική ἔκφραση τῶν φυγόκεντρων ἀνταγωνιστικῶν κοινωνικοϊστορικῶν δυνάμεων πού ἀπελευθερώθηκαν μέ τήν πτώση τῆς Δυτικῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας καί, κυρίως, μέ τήν παρακμή τῆς καρολλίγειας ἐπανίδρυσής της. Βασικός φορέας, βεβαίως, τῶν ἐλευθεριῶν εἶναι οἱ μεσαιωνικές πόλεις, πού ἀγωνίζονται διαρκῶς ἐναντίον τῆς συνδυασμένης ἐξουσίας τοῦ Πάπα, τοῦ Γερμανοῦ Αὐτοκράτορα καί τῶν φεουδαρχῶν: Stadtluft macht frei (ὁ ἀέρας τῆς πόλης ἀπελευθερώνει), μᾶς πληροφορεῖ παραστατικά ἡ γνωστή ρήση. Ἀπό τόν 11ο αἰώνα, ὁ φεουδαλισμός διέρχεται δομική κρίση. «Μέχρι τόν 14ο αἰώνα, ἡ δουλοπαροικία ἄρχισε νά ἐξαφανίζεται ἀπό τό μεγαλύτερο τμῆμα τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης. Ὁ ἀναδυόμενος ἐλεύθερος γεωργός καί ὁ μικροϊδιοκτήτης ἔγιναν τό ἀγροτικό ἀντίστοιχο τοῦ ἀρχιμάστορα τῆς πόλης»3. «Ἐάν ἡ Εὐρώπη συνέχιζε στόν δρόμο πού πορευόταν, εἶναι δύσκολο νά πιστέψουμε ὅτι τά πρότυπα τῆς μεσαιωνικῆς φεουδαλικῆς Εὐρώπης μέ τό αὐστηρά ἱεραρχικό σύστημα τῶν "τάξεων" ἦταν δυνατό νά ἀνασυγκροτηθοῦν. Πολύ πιθανότερο νά εἶχε ἐξελιχθεῖ ἡ Εὐρωπαϊκή φεουδαλική κοινωνική δομή πρός ἕνα σύστημα σχετικά ἰσοδύναμων μικρῶν παραγωγῶν, πού θά ἰσοπέδωναν περισσότερο τήν ἀριστοκρατία καί θά ἀποκέντρωναν περισσότερο τίς πολιτικές δομές»4. Τό ἀληθινό περιεχόμενο τῆς νεώτερης ἔννοιας τῆς ἀνθρώπινης προσωπικότητας ἐντοπίζεται ἀκριβῶς σέ τοῦτα τά ἀνεξάρτητα φυσικά πρόσωπα καί τούς θεσμούς τους.

Οἱ ἄρχουσες τάξεις αἰσθάνθηκαν τό ἔδαφος νά ὑποχωρεῖ κάτω ἀπό τά πόδια τους. Ἡ μακροπρόθεσμη στρατηγική τους στηριζόταν στό δόγμα τῆς εὐταξίας. Τά πλούσια ἀστικά στρώματα συνασπίζονται μέ τούς φεουδάρχες-ἐμπόρους καί τούς μεγαλοχωρικούς καί στηρίζουν μία νέα πολιτική δομή, τό νεωτερικό κράτος, πού προέκυψε σταδιακά σέ ἐκεῖνον τόν μακρύ 16ο αἰῶνα καί ἀποτέλεσε θεμελιακή ὀργανωτική μονάδα τῆς καπιταλιστικῆς κοσμοοικονομίας. Πρῶτο ἐγχείρημα τοῦ κράτους εἶναι ὄχι μόνο ἡ καταστολή τῶν ὅλο καί πιό συχνῶν ἀγροτικῶν καί ἀστικῶν ἐξεγέρσεων, καί ἡ διάλυση τῆς ἀστικῆς κομμούνας5. Τό ζήτημα τότε ἦταν νά ἐξασφαλιστεῖ ὁ ἐγωϊστικός ἀνταγωνισμός μεταξύ τῶν ἀνεξάρτητων καπιταλιστῶν πού τότε ἔκαναν τήν ἐμφάνισή τους.

Ἀκμή καί πτῶση τῆς φιλελεύθερης συναίνεσης

Ἡ Γαλλική Ἐπανάσταση -ὁρόσημο τῆς μεταβάσης τοῦ νεωτερικοῦ κοσμοσυστήματος στήν πιό συνειδητοποιημένη φάση του- εἶχε δύο ὄψεις. Ἀφ’ ἑνός, ἦταν μία πολιτική ἐπανάσταση6 πού ἦλθε νά ἐμπεδώσει τήν διάλυση τῆς φεουδαρχικῆς κοινωνίας, καί τόν νομικό διαχωρισμό τῆς πολιτικῆς κοινωνίας τῶν ἀλληλεπικαλυπτόμενων προνομίων στίς ἀφηρημένες κατηγορίες τοῦ πολιτικοῦ κράτος καί τῆς κοινωνίας τῶν ἰδιωτῶν. «[...] μόνο στήν ἐμπορευματική οἰκονομία γεννιέται ἡ ἀφηρημένη νομική μορφή, μ’ ἄλλα λόγια ἡ ἱκανότητα κατοχῆς δικαιωμάτων χωρίζεται ἀπό τίς συγκεκριμένες νομικές ἀξιώσεις. Μόνο ἡ ἀδιάκοπη μεταβίβαση δικαιωμάτων πού πραγματοποιεῖται στήν ἀγορά δημιουργεῖ τήν ἰδέα ἑνός ἀμετάβλητου φορέα δικαιωμάτων»7. «Ἡ προστασία τῆς ἀτομικῆς ἐλευθερίας καί ἰδιοκτησίας ἦταν λοιπόν πρωταρχικό αἴτημα τῶν ἀστῶν. Ἐπρόκειτο οὐσιαστικά γιά τήν ἐλευθερία τῆς ἰδιοκτησίας πού ἀπέληξε στήν ἰδιοκτησία τῆς ἐλευθερίας...»8. Ἡ πολιτική ἐπανάσταση «θεωρεῖ τήν ἀστική κοινωνία, τόν κόσμο τῆς ἀνάγκης, τῆς ἐργασίας, τοῦ ἰδωτικοῦ συμφέροντος καί τοῦ ἀστικοῦ δικαίου ὡς βάση τῆς ὕπαρξής της, ὡς ἀπώτατη προϋπόθεσή της καί συνεπῶς ὡς φυσική της βάση»9. Τό ἐγωϊστικό ἄτομο τοῦ καπιταλιστικοῦ ἀνταγωνισμοῦ εἶναι ὁ ἄνθρωπος τῶν φυσικῶν δικαιωμάτων -τῶν ἀτομικῶν ἐλευθεριῶν- τῆς Διακήρυξης τοῦ 1789.

Ἀφ’ ἑτέρου, ἀπελευθέρωσε μία νέα κοσμοσυστημική δυναμική. Πρίν τό 1789, κυρίαρχη κοσμοθεωρία τῆς νεωτερικότητας ἦταν ἡ κανονικότητα τῆς πολιτικῆς σταθερότητας, ἐνῶ ἡ πολιτική σκέψη περιστρεφόταν, κατά βάσιν, γύρω ἀπό τό σῶμα τοῦ κυρίαρχου Βασιλέως10. Μετά τό 1789, ἡ κοσμοσυστημική γεωκουλτούρα ἀνέκρουσε πρύμναν ἀκριβῶς ὅσον ἀφορᾶ τίς δύο προαναφερθεῖσες κατευθύνσεις. Πρῶτον, ἡ πολιτική ἀλλαγή θεσμίστηκε ὡς φαινόμενο κανονικό, φυσιολογικό, κατ’ ἐπέκτασιν δέ ἐπιθυμητό. Δεύτερον, ἡ ἔννοια τῆς κυριαρχίας ἀναπροσανατολίστηκε ἀπό τόν μονάρχη -ἤ τό νομοθετικό σῶμα- στόν λαό. Ἐπακόλουθο τῆς νέας κατάστασης ἦταν ἡ ἐμφάνιση τῶν ἰδεολογιῶν. «Τό ζήτημα τώρα ἦταν: τί κάνουμε μέ τήν "κανονικότητα" τῆς ἀλλαγῆς στόν πολιτικό στίβο, ἀφοῦ αὐτοί πού ἔχουν ἐξουσία εἶναι πάντοτε ἀπρόθυμοι νά τήν παραχωρήσουν. Οἱ ἀντίπαλες ἀπόψεις γιά τό πῶς θά χειριζόμασταν τήν "κανονικότητα" τῆς ἀλλαγῆς ἐντοπίζονται σ’ αὐτές πού ὀνομάσαμε "ἰδεολογίες" τοῦ νεωτερικοῦ κόσμου»11.

Οἱ δομές τοῦ νεωτερικοῦ κράτους, προσφέρονταν ὡς «μοχλοί πολιτικῆς διευθέτησης». Ἔτσι, «δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι ὁ ἔλεγχος τῆς κρατικῆς ἐξουσίας, ἡ κατάκτηση τῆς κρατικῆς ἐξουσίας, ἄν ἦταν ἀπαραίτητο, ἦταν ὁ κύριος στρατηγικός στόχος ὅλων τῶν πρωταγωνιστῶν τῆς πολιτικῆς σκηνῆς, σέ ὅλη τήν ἱστορική ἐμπειρία τοῦ σύγχρονου καπιταλισμοῦ»12.

Ἕξι δεκαετίες μετά τήν ἔκρηξη τῆς Γαλλικῆς Ἐπανάστασης, τό 1848, μία σειρά κοινωνικῶν καί ἐθνικῶν ἐξεγέρσεων συντάραξαν ἐκ νέου τόν εὐρωπαϊκό χῶρο. Τά κατώτερα κοινωνικά στρώματα δέν ἤθελαν νά ζοῦν, ἐνῶ οἱ ἄρχουσες τάξεις δέν μποροῦσαν νά ζήσουν, ὅπως παλιά13. Στό διάστημα 1848-1914 θεμελιώνεται ἡ λεγόμενη «Φιλελεύθερη Συναίνεση», ἡ κατίσχυση δηλαδή στίς χῶρες τοῦ κοσμοσυστημικοῦ πυρῆνα ἑνός φιλελεύθερου προγράμματος -ὄχι πάντα ἐφαρμοσμένο ἀπό τούς ἐμπνευστές του-, βασιζόμενου σέ «τρεῖς κύριους ἄξονες: τήν βαθμιαία ἐπέκταση τοῦ ἐκλογικοῦ δικαιώματος καί συνάμα -ἕνα ἀναπόσπαστο καί οὐσιαστικό της στοιχεῖο- τήν ἐπέκταση τῆς πρόσβασης στήν ἐκπαίδευση. Δεύτερο, τήν ἐπέκταση τοῦ ρόλου τοῦ κράτους στήν προστασία τῶν πολιτῶν ἀπό ἀτυχήματα στούς χώρους ἐργασίας, τήν ἐπέκταση τῶν ὑπηρεσιῶν ὑγείας καί τῆς πρόσβασης σ’ αὐτές, καί τέλος τόν μετριασμό τῶν διακυμάνσεων τοῦ εἰσοδήματος πού περιλάμβανε ὁ κύκλος τῆς ζωῆς. Τρίτο, τήν σφυρηλάτηση, καί πάλι ἀπό τό κράτος, τοῦ "ἔθνους". Ἄν κοιτάξουμε προσεκτικά, βλέπουμε πώς αὐτά τά τρία στοιχεῖα δέν εἶναι παρά ἕνας τρόπος γιά νά μεταφραστεῖ σέ δημόσια πολιτική τό σύνθημα "ἐλευθερία, ἰσότητα, ἀδελφοσύνη"»14. Ὡστόσο, ἡ διεύρυνση τῶν ὁρίων τοῦ κοσμοσυστήματος ὁδήγησε στήν ἀνάδυση νέων «ἐπικίνδυνων» -καί συνεπῶς ἐξημερωτέων- τάξεων, αὐτήν τήν φορά στίς περιφερειακές καί ἡμιπεριφερειακές κοσμοσυστημικές ζῶνες. Μετά τό πέρας τοῦ Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ἡ οὐϊλσώνεια ἀρχή τῆς αὐτοδιάθεσης τῶν ἐθνῶν καί τῆς ἐθνικῆς ἀνάπτυξης ἦταν τό παγκόσμιο ἀνάλογο τῆς καθολικῆς ψηφοφορίας καί τοῦ κράτους πρόνοιας σέ ἐθνικό ἐπίπεδο.

Πρέπει νά παρατηρηθεῖ ὅτι σέ ὅλη τήν χρονική ἔκταση τῆς Φιλελεύθερης Συναίνεσης, οἱ δύο θεωρητικῶς ἰδεολογικοί ἀντίπαλοι τοῦ φιλελευθερισμοῦ -ὁ σοσιαλισμός καί ὁ συντηρητισμός- εἶχαν μετατραπεῖ κατ’ οὐσίαν σέ προσωπεῖα του.

Στήν ένσωμάτωση τῶν ἀντισυστημικῶν -σοσιαλιστικῶν καί έθνικῶν- κινημάτων στό νεωτερικό κοσμοσύστημα, δηλαδή στήν ἀδυναμία τους νά ἀλλάξουν τόν κόσμο, καί στήν γενικώτερη ὀργή γιά τόν τρόπο λειτουργίας τοῦ κοσμοσυστήματος, ὀφείλεται ἡ παγκόσμια ἐπανάσταση τοῦ 1968, ἡ ὁποία ἐγκαινίασε τήν ἀρχή τοῦ τέλους τῆς Συναίνεσης. Στήν θραύση τῆς Συναίνεσης συνετέλεσε καί ἡ εἴσοδος τῆς οἰκονομίας, στίς ἀρχές τοῦ ’70, σέ μία περίδο στασιμότητας καί σταδιακῆς ὕφεσης. Τά προσωπεῖα ἔπεσαν: ὁ συντηρητισμός ἀποκάλυψε τό πιό σκληρό πρόσωπό του, ἐνῶ ἡ Ἀριστερά, ἀπομακρυνόμενη ἀπό τό σοβιετικό μοντέλο, στράφηκε -γενικῶς καί ἀορίστως- στά νέα κοινωνικά κινήματα. Ὁ νεοφιλελευθερισμός ὑπῆρξε ἡ πολιτική καί οἰκονομική ἀπάντηση τῶν προνομιούχων τοῦ κοσμοσυστήματος: ἡ μείωση τῶν ἀμοιβῶν καί ἡ ἀποδόμηση τοῦ κράτους πρόνοιας (παιδεία, ὑγεία, διά βίου ἐγγυημένο εἰσόδημα) ἐπέφερε πράγματι μία μικρή ἀνάσχεση τῆς συμπίεσης τῶν κεφαλαιοκρατικῶν κερδῶν, ὄχι ὅμως ἱκανή νά ἀποτρέψει τήν παγκόσμια κρίση πού ξέσπασε τελικῶς τό 2008.

Ἡ θέση τῆς Ἑλλάδας

Συμπεράσματα

Θεσμική ἐφαρμογή

Εἰσαγωγικά

Θεσμική ἐφαρμογή καί τριτενέργεια

Σχέσεις νομοθέτη καί πραγματικότητας

Ἑνότητα καί ἀντικειμενικότητα δικαίου

Περιεχόμενο καί ὁρολογία

Λειτουργία καί κριτική

Ἀναλογικότητα

Γενεαλογία τῆς ἀρχῆς τῆς ἀναλογικότητας

Ἀνάλυση τῆς ἀρχῆς τῆς ἀναλογικότητας

Ἀναλογικότητα καί θεσμική ἐφαρμογή

Γενικά συμπεράσματα

Σύντομη ἀποτίμηση τῆς θεσμικῆς ἐφαρμογῆς

Θετική ἐξέταση τῶν συνταγματικῶν δικαιωμάτων καί τῆς ἀρχῆς τῆς ἀναλογικότητας

Ἐπίλογος